31.1.12

First Aid Kit - The Lion's Roar

Είδος:  Folk  /  Country
Κυκλοφορεί:  23 Ιανουαρίου 2012


     Οι νεαρές Σουηδές αδερφές, ενήλικες και οι δύο πλέον, κυκλοφορούν το δεύτερο δίσκο τους, συνεχίζοντας με επιτυχία στα γνωστά folk μονοπάτια.
     Στη βασική παλέτα της μουσικής των First Aid Kit, η ακουστική κιθάρα και τα πνευστά συναντούν τα όμορφα, ζαχαρένια φωνητικά των κοριτσιών. Το καλό με αυτό το τελευταίο είναι ότι οι κοπέλες είναι πραγματικά καλλίφωνες. Το κακό είναι ότι οι χροιές τους παραείναι ελαφριές για το βαρύ χαρακτήρα της folk και μάλλον δεν ταιριάζουν.
     Παρόλα αυτά, μερικές πολύ όμορφες συνθέσεις αρκούν με το παραπάνω για να δώσουν κίνητρο να ασχοληθεί κανείς με αυτό το δίσκο. Μπορεί η μουσική των κοριτσιών να μην αγγίζει την πολυπλοκότητα των Fleet Foxes, ούτε τον σαγηνευτικό μινιμαλισμό των Bon Iver, ωστόσο πρόκειται για κομμάτια καλογραμμένα, στρωτά και εύκολα στο να αποτυπωθούν στη μνήμη. Γενικά, το "The Lion's Roar είναι album ισορροπημένο και σαφώς ανώτερο από τον προκάτοχό του που είχε κυκλοφορήσει το 2010.

Βαθμολογία:  7

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:   The Lion's Roar , Emmylou , King Of The World
Official Website

29.1.12

Cloud Nothings - Attack On Memory

Είδος:  Indie Rock  /  Lo-Fi
Κυκλοφορεί:  24 Ιανουαρίου 2012


     Πλαισιομένος από πλήρη μπάντα, o Dylan Baldi επιστρέφει με το project του Cloud Nothings και αποκτά για πρώτη φορά μεγάλη αναγνώριση από το μουσικό τύπο.
     Με το Pitchfork πρώτο και καλύτερο, το οποίο του έδωσε τον περίφημο τίτλο "best new music", το "Attack On Memory" είναι η νέα περίπτωση παραχαϊδεμένου χωρίς λόγο δίσκου, κατά την άποψη του Indiego Sound.
     Οι Cloud Nothings στο νέο δίσκο στρέφονται προς πιο rock κατευθύνσεις, με αρκετά φασαριόζικες κιθάρες, emo style κραυγές και "τόσο-όσο" Lo-Fi παραγωγή, δια χειρός Steve Albini, με την τελευταία να είναι και ένα μεγάλο υπέρ του album.
     Το εναρκτήριο  "No Future/No Past" είναι ένα καλό δείγμα του νέου ήχου, αν και μάλλον κουράζει προς το τέλος με τις κραυγές. Το 8λεπτο "Wasted Days" έρχεται, όμως, στη συνέχεια για να αποζημιώσει, όπως και τα "Fall In" και "Useless", κομμάτια στα οποία ο δίσκος γίνεται λίγο πιο pop, με θετικά αποτελέσματα. Το εκρηκτικό instrumental "Seperation" έρχεται στη μέση του tracklist σαν διάλειμμα, αλλά επιφυλάσσει μέτρια συνέχεια, με τα 2 επόμενα κομμάτια να αποδεικνύονται αδιάφορα. Ο δίσκος κλείνει με το "Cut You", ένα όμορφο, κλασσικό indie rock κομμάτι.
     Γενικά, πρόκειται για έναν αυθόρμητο, όμορφα ακατέργαστο δίσκο, που όμως δεν έχει να προσθέσει κάτι στον indie χάρτη. Υπερεκτιμημένος αλλά όχι κακός, αξίζει να ασχοληθεί κανείς μαζί του αν τον ενδιαφέρει το είδος.

Βαθμολογία:  6½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:  Fall In , Stay Useless 
Official Website

25.1.12

Lana Del Rey - Born To Die

Είδος:  Pop  /  Indie Pop
Κυκλοφορεί:  30 Ιανουαρίου 2012


     Η πλέον αμφιλεγόμενη μορφή της σημερινής pop σκηνής κυκλοφορεί τον πολυαναμενόμενο δίσκο της.
     Το review αυτό θα ξεκινήσει λίγο ανορθόδοξα, με ένα συμπέρασμα: τέτοια pop albums δεν κυκλοφορούν συχνά! Όχι ότι πρόκειται για κάποιο αριστούργημα ασύλληπτης ποιότητας ή καλλιτεχνικής αξίας. Πρόκειται, όμως, για ένα πραγματικά εμπνευσμένο δημιούργημα με ορισμένα απίστευτα εθιστικά κομμάτια, που ισορροπεί αριστοτεχνικά μεταξύ του αξιοπρεπούς μουσικού υποβάθρου, αλλά και της έντονα εμπορικής του φύσης.
     Η Lana δεν είναι μία ακόμα Britney, ούτε μία ακόμα Lady Gaga. Πίσω από την αψεγάδιαστη, πλαστική ομορφιά της ντίβας (image το οποίο μπορεί κάλλιστα να της έχει επιβληθεί, σύμφωνα με τα γνωστά παιχνίδια των εταιρειών), κρύβεται ένα ανασφαλές και βαθιά μελαγχολικό, πληγωμένο κορίτσι, που καταθέτει την ψυχή του στα κομμάτια που γράφει. Και αν με το παραπάνω ο δίσκος μοιάζει αρκετά "προσωπικός", η Lana έρχεται να το διαψεύσει, δίνοντας και κοινωνικές διαστάσεις στα τραγούδια της. Είναι τυχαίο, άλλωστε, το κόλλημά της με την αμερικάνικη σημαία στα videos;
     Και όλες αυτές οι ανησυχίες, έρχονται να εξωτερικευτούν στο τραγούδι της Lana. Τραγούδι που μπορεί να μη διακρίνεται για την τεχνική του αρτιότητα, όμως σίγουρα ξεχωρίζει για τη μοναδικότητά του. Εδώ δεν θα ακούσεις μελοδραματικές ερμηνείες, ούτε επιδεικτικές κορώνες. Η κοπέλα τραγουδάει πεζά, απλά και λιτά, αλλά καθόλου συναισθηματικά αποστειρωμένα. Άλλοτε σαν ντίβα που ξεφορτώθηκε το προσωπείο της τελειότητας και ήρθε να μας τραγουδήσει για πρώτη φορά ειλικρινά, χωρίς να την ενδιαφέρει η εικόνα που θα δώσει. Άλλοτε σαν ανασφαλής έφηβη που βρήκε το θάρρος να εκφραστεί, χωρίς όμως να νιώθει ακόμα εντελώς άνετα με αυτό που κάνει. Άλλοτε σαν ανάλγητη σκύλα που πασχίζει να μας δείξει την γλυκιά της πλευρά, αλλά είναι και λίγο έξω από τα νερά της. Κάθε φορά όμως, εναλλακτικά. Με τρόπο που δεν έχουμε συνηθίσει στην pop μουσική.
     Και μιλώντας για μουσική, το Born To Die έχει να παρουσιάσει ορισμένα εκπληκτικά δείγματα. Όντας κλασσική pop με κάποια indie στοιχεία και ρετρό διαθέσεις, απευθύνεται τόσο στο μουσικόφιλο, όσο και στο ευρύ κοινό. Στις καλύτερες στιγμές του, ο δίσκος έχει minimal ενορχηστρώσεις, με τις απέριττες πινελιές του πιάνου, της κιθάρας και των βιολιών να κλέβουν την παράσταση. Δυστυχώς, αυτές οι στιγμές είναι λίγες, μιας και έχει γίνει φανερή παρέμβαση στην παραγωγή ώστε να παραχθεί πιο γεμάτος και καλογυαλισμένος ήχος, με αποτέλεσμα μια ανεπιθύμητη πληθωρικότητα. Ως γνήσιο συνθετικό ταλέντο, πάντως, η Lana Del Rey έχει καταφέρει γράψει μερικές από τις πιο catchy μελωδίες που έχουν ακουστεί τα τελευταία χρόνια, γεγονός που από μόνο του μετράει πολύ.
     Εν τέλει, το Born To Die είναι ένας ήδη κλασσικός εμπορικός pop δίσκος. Είναι καλός με τον ίδιο τρόπο που είναι το Like A Prayer της Madonna ή το My Beautiful Dark Twisted Fantasy του Kanye West. Μουσική εύκολη, αλλά όχι ευτελής. Μουσική που δε σε αφήνει ασυγκίνητο αν τη δεις χωρίς προκαταλήψεις. Κι αν αποκτήσει την τεράστια επιτυχία που αναμένεται, θα μιλάμε για τη δεύτερη απόδειξη (μετά την Adele) ότι το κοινό έχει κουραστεί με το ανούσιο show τύπου Gaga και διψά για καλλιτέχνες που θυμούνται να επικοινωνήσουν με την ψυχή τους όταν φτιάχνουν μουσική.

Βαθμολογία:  7½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:   Born To Die , Off To The Races , Blue Jeans , Video Games , Diet Mountain Dew , Radio 
Official Website

20.1.12

Howler - America Give Up

Είδος:  Indie Rock  /  Garage Rock  /  Surf Rock
Κυκλοφορεί:  16 Ιανουαρίου 2012


     
     Ιδού το ντεμπούτο από το νέο κιθαριστικό καμάρι του NME.
     God bless The Strokes! Όσο περνούν τα χρόνια, όλο και περισσότερο βλέπουμε το πόσο επιδραστική ήταν η αναβίωση του garage rock που έφεραν το 2001. 11 χρόνια αργότερα, συνεχίζουν να ξεπηδούν συγκροτήματα-κλώνοι, που μάλιστα προωθούνται ανεπιφύλακτα από το μουσικό τύπο. Άλλα από αυτά έχουν το δικό τους στίγμα, αλλά κοπιάρουν ασύστολα τους "πατέρες".
     Οι Howler, το πιο πρόσφατο band της συνομοταξίας αυτής, δείχνουν να ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία. Πρόκειται για πέντε νεαρά αγόρια από το Minneapolis, των οποίων η νεανική τρέλα μετουσιώνεται σε νευρώδη κιθαριστικά riffs, γκαζωμένα drums, ενίοτε ακόμα και σε ουρλιαχτά (που το έχω ξαναδεί;). Λίγο reverb και σποραδικές δόσεις από τη surf αύρα της αμερικανικής μουσικής αποτελούν μια κάποια διαφοροποίηση από τους Strokes και δίνουν έναν τόνο πιο 2010's σε ένα είδος που πλέον μοιάζει κουρασμένο. Οι συνθέσεις τους παραδόξως στην πλειοψηφία τους δεν είναι κακές, δίνοντας έτσι θέλγητρο στο δίσκο (και αστέρια στις δισκοκριτικές των μουσικών περιοδικών).
     Και κάπως έτσι, οι Howler κατάφεραν να παραδώσουν ένα αξιοπρόσεκτο δισκάκι, που μπορεί να μην εντυπωσιάζει ή να εκπλήσσει, αλλά προσφέρει αρκετές ευχάριστες στιγμές. Μένει να δούμε αν στο 2ο δίσκο θα επαναπαυτούν ή θα ακούσουμε κάτι πραγματικά δικό τους...

Βαθμολογία:  6½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:  Beach Sluts , This One's Different , Told You Once , Back Of Your Neck 
Official Website

16.1.12

The Big Pink - Future This

Είδος:  Noise Pop / Indie Rock / Electro Rock
Κυκλοφορεί:  16 Ιανουαρίου 2012


     "Τελικά είναι επίφοβο να παίζεις με τη φασαρία". Σε αυτή τη φράση συνοψίζονται τα συμπεράσματα του Indiego Sound, έπειτα από αρκετές ακροάσεις της νέας δουλειάς των (κάποτε πολλά υποσχόμενων) The Big Pink.
     Έντονοι ρυθμοί, άφθονη μελωδικότητα και πραγματική έμπνευση είναι τα απαραίτητα εφόδια που διαχωρίζουν τον καλό noise pop δίσκο από τη σκέτη ηχορρύπανση. Και αν το ντεμπούτο των Big Pink ή ο προπέρσινος δίσκος των Sleigh Bells είχαν τα παραπάνω κατάφεραν περίφημα να αποφύγουν την παγίδα του θορύβου, το Future This ως επί το πλείστον αποτυγχάνει παταγωδώς. Εντάξει, το genre είναι τέτοιο που καθιστά τις προσδοκίες των κατεξοχήν μουσικόφιλων για ουσία ή βάθος σχεδόν ανεδαφικές. Ωστόσο, ο εν λόγω δίσκος στο σύνολό του είναι τόσο ανέμπνευστος, που ούτε καν διασκεδαστικός δεν μπορεί να γίνει.
     Ας αφήσουμε, όμως, τις γενικολογίες και ας περάσουμε σε πιο συγκεκριμένα στοιχεία. Παρόλο που οι λονδρέζοι Robbie Furze και Milo Cordell (που αποτελούν τον πυρήνα του συγκροτήματος) αυτή τη φορά άφησαν το ρόλο του παραγωγού και παρέδωσαν τα ηνία της παραγωγής στα έμπειρα χέρια του Paul Epworth (Adele, Plan B, Florence + The Machine), το αποτέλεσμα δεν απέχει και πολύ από το γνώριμο ήχο τους. Έτσι, έχουμε κομμάτια με δυνατά beats ως βάση, ντυμένα με μια σωρεία ηλεκτρονικών ήχων, αλλά και ήχων από φυσικά όργανα. Το album γενικά μοιάζει να προσπαθεί να αναπαράγει τις πιο μελωδικές και "εύπεπτες" στιγμές του ντεμπούτου, συνήθως όμως όχι με επιτυχία.
     Από το πρώτο κιόλας πέρασμα στην track list, γίνεται εμφανές ότι υπάρχουν λίγα μόνο πολύ δυνατά κομμάτια που ξεχωρίζουν και πολλά των οποίων ο ρόλος περιορίζεται στο γέμισμα του χρόνου. Το εναρκτήριο "Stay Gold" είναι και το καλύτερο κομμάτι, αν και η ομοιότητά του με το παλιό και επιτυχημένο "Dominos" δεν μπορεί να μην απογοητεύσει. Το "Hit The Ground" και (λιγότερο) το "Give It Up" αποτελούν μια καλή, ευχάριστη συνέχεια. Και από αυτό το σημείο και πέρα... το χάος! Τα υπόλοιπα κομμάτια κινούνται μεταξύ του μέτριου και του κάκιστου.
     Τελικά, η αίσθηση που δίνει το νέο πόνημα των The Big Pink είναι ότι καταφεύγει στην ανακύκλωση των παλιών ιδεών, κάνοντας συγχρόνως και μικρά βήματα προς την εμπορική κατεύθυνση. Με την έμπνευση, όμως, να έχει πάει περίπατο, τις συνθέσεις να έχουν κατέβει αρκετά επίπεδα και τη φασαρία να καταντάει συνήθως ηχορρύπανση, είναι μάλλον απίθανο να αγαπηθεί από πολλούς. Τελικά είναι επίφοβο να παίζεις με τη φασαρία...

Βαθμολογία:  5½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:  Stay Gold , Hit The Ground (Superman) 
Official Website

12.1.12

The Maccabees - Given To The Wild

Είδος:  Indie Rock
Κυκλοφορεί:  9 Ιανουαρίου 2012


     Οι Maccabees αποτινάσσουν το "landfill indie" στίγμα που τους ακολουθούσε μέχρι σήμερα, μοστράρουν το νέο τους ήχο και παρουσιάζουν τον πιο ώριμο δίσκο της καριέρας τους.
     Αρκετές κριτικές έχουν ήδη γραφτεί για το συγκεκριμένο δίσκο, με τις απόψεις να διίστανται και την ποικιλομορφία στις βαθμολογίες να μπερδεύει τον ταπεινό ακροατή που θέλει να μάθει αν αξίζει να αφήσει τον οβολό του για να το αγοράσει. Το Indiego Sound μπορεί να καταλάβει και τους μεν και τους δε, μιας και η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση.
     Αν υπάρχει κάτι που δε χωράει αμφιβολία, είναι ότι οι βρετανοί πήραν πολύ στα σοβαρά την αποστολή για τον "δύσκολο" αυτό τρίτο δίσκο. Είναι ολοφάνερο ότι υπήρξε μια διάθεση για εξέλιξη και λίγο πειραματισμό, καθώς έχουμε μια ξεκάθαρη ηχητική αναβάθμιση. Ο πεζός, απλός ήχος δίνει τη θέση του σε έναν πιο γεμάτο με τη βοήθεια της σοβαρής παραγωγής, αλλά και της εξελιγμένης τεχνικής στο παίξιμο. Επίσης, έχουμε ένα υπερπλήρες tracklist με πολύ ζουμί (και αρκετές εντυπωσιακές ανθεμικές μελωδίες!), που αποτελεί εγγύηση ότι ο δίσκος θα μας απασχολήσει για καιρό.
     Από την άλλη, βέβαια, το αποτέλεσμα δεν προκαλεί και ιδιαίτερα μεγάλες εκπλήξεις, μιας και ούτε οι (ομολογουμένως βελτιωμένες) συνθέσεις έχουν φτάσει σε κορυφαία επίπεδα, ούτε ο νέος ήχος είναι κάτι ξεχωριστό που δεν έχουμε ξανακούσει. Ωστόσο, οι Maccabees κάνουν αυτό που ξέρουν πολύ καλύτερα από τη μέση indie μπάντα και με το νέο τους δίσκο ήρθε η ώρα να γίνουν κάτι μεγαλύτερο. Εξάλλου, μία τέτοια πρόοδος μόνο με καλές προσδοκίες μπορεί να μας γεμίσει. Μένει να τους δικαιώσει ο χρόνος!

Βαθμολογία:  8

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:   Grew Up At Midnight , Child , Feel To Follow , Pelican , Go
Official Website

8.1.12

Trailer Trash Tracys - Ester

Είδος:  Dream Pop  /  Indie Pop  /  Lo-Fi  /  Noise Pop
Κυκλοφορεί:  9 Ιανουαρίου 2012


     Κακών εξωφύλλων συνέχεια, με αξιόλογη όμως dream pop αυτή τη φορά. Το ντεμπούτο των Trailer Trash Tracys συστήνεται ανεπιφύλακτα στους φίλους του είδους - για τους υπόλοιπους δεν παίρνουμε και όρκο...
     Το Ester είναι ένας από τους πιο αντιπροσωπευτικούς δίσκους της "ψαγμένης" pop των 2010's. Της pop των ονειρικών ηχοτοπίων, των παραμορφωμένων κιθάρων, των παιχνιδιάρικων μπασογραμμών, του πειραματισμού και των εφέ, του Lo-Fi και της φασαρίας. Της pop που κλείνει το μάτι στα 80's και ενίοτε στα 60's, κοπιάροντας όχι ενοχλητικά, αλλά έξυπνα. Με σύμμαχο τα γυναικεία φωνητικά, τα οποία ταιριάζουν στη νοσταλγική ατμόσφαιρα (χωρίς βέβαια να δίνουν το κάτι παραπάνω) και με εχθρό τις συνήθως αδύναμες μελωδίες και την υπερβολή στη "βρώμα" (μια ιδέα πιο καθαρό θα ήταν το ιδανικό), το album κινείται στα πλαίσια του αξιόλογου, χωρίς να κάνει την υπέρβαση. 3-4 πολύ καλά κομμάτια δίνουν αρκετούς λόγους για να ασχοληθεί κανείς μαζί του, αλλά πάντα με επιλεκτικό άκουσμα, μιας και τα ατοπήματα είναι περισσότερα από τις καλές στιγμές (όπως στην πλειοψηφία των δίσκων εδώ που τα λέμε). Be sure to check them out!

Βαθμολογία:  6½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:  You Wish You Were Red , Candy Girl 
Official Website

4.1.12

Guided By Voices - Let's Go Eat The Factory


Είδος:  Indie Rock
Κυκλοφορεί:  16 Ιανουαρίου 2012




     Η πρώτη παρουσίαση του Indiego Sound για το 2012 αφορά το comeback album των Guided By Voices, το οποίο αποδείχθηκε τόσο κακό, όσο και το εξώφυλλό του...
     Η κυκλοφορία του "Let's Go Eat The Factory" τελικά δε δικαιώνει την οκταετή αναμονή των fans ούτε στο ελάχιστο, μιας και μετά βίας μπορεί κανείς να βρει θετικά στοιχεία στον εν λόγω δίσκο. Εντάξει, όπως είναι γνωστό, έχουμε να κάνουμε με αξιοπρεπές μουσικό ύφος και αντίστοιχη σοβαρότητα, όπως είναι αναμενόμενο από μία τέτοια μπάντα. Πέρα από αυτό όμως, το album είναι γεμάτο ελαττώματα. Έτσι, η παραγωγή κινείται στα γνωστά lo-fi, homemade μονοπάτια και αυτή τη φορά περισσότερο φανερώνει προχειρότητα, παρά άποψη ή αυθεντικότητα. Οι δε συνθέσεις είναι όχι μόνο μέτριες, αλλά και μικρές. Και εδώ βρίσκεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα το δίσκου: έχουμε έναν καταιγισμό από 21 κομμάτια με συνολική διάρκεια μόλις 42 λεπτά. Συγκεκριμένα, μόνο σε 6 κομμάτια η διάρκεια υπερβαίνει τα 2μισι λεπτά και θυμίζουν όντως κομμάτια, ενώ 12 από τα 21 διαρκούν λιγότερο από 2 λεπτά! Τα περισσότερα, δηλαδή, μέχρι να ξεκινήσουν, έχουν τελειώσει! Και επειδή κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι είναι και αυτό μια άποψη, η απάντηση είναι ότι ο κατακερματισμός της μουσικής τελικά αποπροσανατολίζει τον ακροατή και εκμηδενίζει την απόλαυση. Και κάπως έτσι χάνεται όλη η ουσία, ο δίσκος χαντακώνεται και η κυκλοφορία μπαίνει στο χρονοντούλαπο ως μια από τις πιο αποτυχημένες επιστροφές των τελευταίων χρόνων.

Βαθμολογία:  3

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:  Doughnut For A Snowman , The Unsinkable Fats Domino , Chocolate Boy
Official Website