24.2.14

St. Vincent - St. Vincent

Είδος:  Art Pop  /  Indie Pop  /  Experimental Pop
Κυκλοφορεί:  24 Φεβρουαρίου 2014



      Το νέο album της Annie Clark, δηλαδή της γυναίκας που κρύβεται πίσω από το όνομα St. Vincent, είναι από αυτά που δεν αφήνουν ούτε δευτερόλεπτο αναξιοποίητο. Τα 11 συνολικά κομμάτια που θα βρείτε εδώ μέσα είναι προσεγμένα στην εντέλεια: βρίθουν από φαντασία, εξαιρετικές ιδέες και υπέροχες μελωδίες, αποτελώντας ένα απίστευτα δυνατό σύνολο, από αυτά που σπάνια πλέον συναντάει κανείς στην pop.
     Όποιος είναι εξοικειωμένος με τις προηγούμενες δουλειές της Annie δεν θα σοκαριστεί ιδιαίτερα με το πόσο καλός είναι ο εν λόγω δίσκος. Όπου κι αν ψάξεις στη δισκογραφία της θα βρεις διαμάντια, με μόνη εξαίρεση το μέτριο προπέρσινο album συνεργασίας με τον David Byrne, που ούτως ή άλλως, όμως, δεν μετράει σαν solo δουλειά. Καλλιτεχνικό της ζενίθ μέχρι τώρα αποτελούσε βέβαια το εξαιρετικό Strange Mercy, που το Indiego Sound είχε τη χαρά να παρουσιάσει το 2011, όμως με το "St. Vincent" η προσωπκή της κορυφή μάλλον αλλάζει κάτοχο.
     Ο νέος αυτός δίσκος καταφέρνει κάτι σπουδαίο: διατηρεί τον πειραματικό / avant-garde χαρακτήρα που εδώ και χρόνια έχει η μουσική της συμπαθέστατης (και πανέμορφης) Αμερικανής, αλλά γίνεται πιο προσιτός από οποιονδήποτε προηγούμενο - χωρίς φυσικά να πλησιάζει έστω κατά προσέγγιση την έννοια του εμπορικου. Αυτό συμβαίνει γιατί και οι αρμονίες πιο γειωμένες είναι, αλλά και οι μελωδίες είναι ακόμα καλύτερες, με αποτέλεσμα να κάνουν πιο φιλόξενο το περιβάλλον για να δεχθεί ο ακροατής ευκολότερα όλους τους περίεργους ήχους της περίφημης κιθάρας της. Επιπλέον, η μουσική είναι αρκετά πιο εύθυμη συγκριτικά με το πρόσφατο παρελθόν, οι στίχοι γεμάτοι με αναφορές οι οποίες σηκώνουν αρκετό γκουγκλάρισμα για όποιον ενδιαφέρεται, το όλο στυλ της θυμίζει αυτό που κάποτε έκανε η Roisin Murphy, ενώ η τεχνική της στην κιθάρα έχει ξεφύγει ακόμα περισσότερο, παράγοντας ιδιαίτερους ήχους που μόνο η ίδια μπορεί να γεννήσει μέσα στον εγκέφαλό της. Αυτό το τελευταίο από μόνο του δεν είναι καθόλου λίγο: σε μια εποχή απόλυτου κιθαριστικού κορεσμού, υπάρχει μία εφευρετική κιθαρίστρια με ολόδικό της ήχο, που παίζει πράγματα που δεν έχει παίξει κανείς άλλος.
     Αν και το Indiego Sound δε συνηθίζει να κάνει track-by-track reviews, ο δίσκος έχει τόσο καλό υλικό, που είναι αδύνατον να μην αναφέρουμε ορισμένα highlights. Οι πρώτες ανατριχίλες έρχονται με το εναρκτήριο Rattlesnake, ένα πανέξυπνο funky κομμάτι με rhythm section που τσακίζει κόκκαλα και ορισμένα από τα καλύτερα κιθαριστικά riffs που έχουμε ακούσει ποτέ από την Annie. Θα μπορούσε να είναι η funk του μέλλοντος. Το υπέροχο Prince Johnny λίγο αργότερα λειτουργεί ως μπαλάντα-αντιστάθμισμα στους φρενήρεις ρυθμούς του δίσκου, αποτελώντας μία από τις καλύτερες μελωδικές και στιχουργικές στιγμές του. Τίποτα, όμως, δε συγκρίνεται με την (δυσ)αρμονική ευφυΐα που συναντάμε στο επόμενο κομμάτι, "Huey Newton". Αυτός ο καλοζυγισμένος συνδυασμός του απρόβλεπτου και του catchy στοιχηματίζουμε ότι θα έκανε μέχρι και τον πρώτο διδάξα (τον David Bowie, ποιον άλλον;) να ζηλέυει για τη συγκεκριμένη σύνθεση. Σίγουρα στις κορυφαίες της, μαζί με το "Marrow" από το sophomore album της και καναδυό άλλες. Ρυθμικά δυνατό και το single Digital Witness, το οποίο είναι άμεσα επηρεασμένο από τους funky ήχους του David Byrne στην πρόσφατη συνεργασία τους. Το "I Prefer Your Love" θυμίζει τις παλιές μπαλάντες της Madonna, αλλά και της Sinead O'Connor. Η πιο εύπεπτη στιγμή του δίσκου, καθόλου πρωτότυπη μεν, καθηλωτική μελωδικά δε. Το ίδιο ισχύει και για την άλλη, ακόμα καλύτερη μπαλάντα, που κλείνει σχεδόν επικά το δίσκο και φέρει τον τίτλο "Severed Crossed Fingers". Στο μεταξύ δεν πρέπει να παραλείψουμε και το "Regret", ένα ακόμα δείγμα της κιθαριστικής δεινότητας και της δημιουργικής φαντασίας της Annie.
     Όπως είναι προφανές, σχεδόν ολόκληρη η tracklist αποτελείται από μικρούς μουσικούς θριάμβους. Το φαινόμενο, δηλαδή, που απαντάται σε όλα τα αριστουργήματα της μουσικής ιστορίας. Το "St. Vincent" μπορεί να μην έχει τη μαζική αποδοχή των κορυφαίων δίσκων της Bjork, αλλά πρόκειται για ένα απόλυτα εμπνευσμένο φουτουριστικό έργο και ένα album σταθμό στην πειραματική pop, από μια γυναίκα που σπρώχνει τη μουσική προς τη σωστή κατεύθυνση.

Βαθμολογία: 
9

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:
Rattlesnake
, Prince Johnny , Huey Newton , Digital Witness , Severed Crossed Fingers

17.2.14

Temples - Sun Structures

Είδος:  Indie Rock  /  Psychedelic Rock
Κυκλοφορεί:  10 Φεβρουαρίου 2014



     Η αναβίωση της ψυχεδέλειας των late '60s - early '70s έχει γεννήσει αρκετές ενδιαφέρουσες μπάντες και αποτελεί ένα από τα αγαπημένα genres του Indiego Sound. Animal Collective, MGMT, Grizzly Bear, Fleet Foxes, Yeasayer, Foxygen, Pond και Tame Impala είναι μερικές μόνο από τις μπάντες με κοινό παρονόμαστη την ψυχεδέλεια, που μας χάρισαν ορισμένους από τους καλύτερους δίσκους των τελευταίων χρόνων.
     Από όλα τα ονόματα που αναφέρθηκαν, ούτε ένα δεν είναι βρετανικό. Πόσο ειρωνικό, αν θεωρήσουμε το "Revolver" των Beatles ως απαρχή του είδους; Οι Tame Impala, βέβαια, είναι αυτοί που πάτησαν περισσότερο απ' όλους πάνω στον συγκεκριμένο δίσκο, ενώ οι εντονότατες επιρροές τους και από τους Cream προσέδωσαν στον ήχο τους μια περαιτέρω βρετανική χροιά.
     Ωστόσο, είναι γεγονός ότι υπάρχει ένα τεράστιο βρετανικό έλλειμμα στην σύγχρονη κιθαριστική ψυχεδέλεια. Κενό το οποίο έρχονται να καλύψουν οι Temples, με ένα ντεμπούτο που έχει προωθηθεί όσο λίγα στο είδος. Και όχι άδικα, μιας και πρόκειται για πραγματικά καλό δίσκο, που έχει ήδη κάνει Noel Gallagher και Johnny Marr να μιλούν για την καλύτερη νέα κιθαριστική μπάντα του νησιού.
     Το δυνατό χαρτί των Temples είναι η αισθητική τους. Ηχητική και οπτική. Παίζουν τις Μπητλικές τους ρίζες με τρόπο τέτοιον, ώστε να ακούγονται φρέσκοι, αποφεύγοντας όμως να υποπέσουν σε νεωτεριστικές κακογουστιές, την ίδια ώρα που μετέρχονται πανέξυπνα (αν και δίχως την παραμικρή αυθεντικότητα) τα στιλίστικα must του είδους - μερικές φωτογραφίσεις και artwork θα σας πείσουν. Παράλληλα, καταφέρνουν να σταθούν σε ένα μουσικό level πολύ άνω του μετρίου, γεμίζοντας τον ήχο τους με αξιοπρεπέστατες ενορχηστρώσεις και γράφοντας μελωδίες τους αρκετά δυνατές και αξιομνημόνευτες. Και μιλάμε όχι για ένα ή δύο singles, αλλά για τα μισά περίπου κομμάτια του δίσκου.
     Αν υπάρχει σημείο που ο δίσκος χωλαίνει, είναι η προβλεψιμότητα. Οι συνθέσεις μπορεί να είναι χαριτωμένες, μελωδικές και catchy, αλλά παραείναι τετράγωνες για να μεταφέρουν τον ακροατή από την κατάσταση της ευχαρίστησης στην κατάσταση του ενθουσιασμού. Δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη τεχνική, ενώ τα ακόρντα διαδέχονται το ένα το άλλο με απόλυτη φυσικότητα, χωρίς να εκπλήσσουν ούτε στιγμή. Το album ακούγεται αρκετά ασφαλές και (κακώς εννοούμενα) μελετημένο, γεγονός που ακτινοβολεί και από τη γενικότερη ατσαλάκωτη οπτικοακουστική υπόσταση της μπάντας. 
     Αν αγνοήσουμε, πάντως, το παραπάνω στοιχείο, που είναι και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των καλών δίσκων και των αριστουργημάτων, το "Sun Structures" είναι πραγματικά αξιόλογος δίσκος, από αυτούς, μάλιστα, που μπορούν να ξεχωρίσουν και ποιοτικά και εμπορικά. Το Indiego Sound ποντάρει στο ότι οι γλυκές του μελωδίες θα σας κερδίζουν και περιμένει υποψηφιότητα για βραβείο Mercury το φθινόπωρο...

Βαθμολογία:  7½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν: 
Shelter Song , Sun Structures , Mesmerise , Colours To Life

11.2.14

Sun Kil Moon - Benji

Είδος:  Indie Folk
Κυκλοφορεί:  10 Φεβρουαρίου 2014



     Οι Sun Kil Moon, το project του τραγουδοποιού Mark Kozelek δηλαδή, δεν γνώρισαν ποτέ ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία. Ο νέος, έκτος κατα σειρά δίσκος τους, όμως, είναι τόσο καλός, που αναπόφευκτα προκάλεσε αναστάτωση στο διεθνή μουσικό τύπο, με αρκετές διθυραμβικές κριτικές και αφιερώματα.
     Πρόκειται για μια συλλογή folk συνθέσεων, που μοιάζουν περισσότερο με μελοποιημένες αφηγήσεις, παρά με τραγούδια. Ο Kozelek αναλαμβάνει ρόλο αφηγητή και βάζει τον ακροατή μέσα στις αναμνήσεις του από φίλους, συγγενείς και κάθε λογής βιώματα, τα οποία περιγράφονται αφενός με συγκινητική ευαισθησία και αφετέρου με τόσες λεπτομέρειες, που θυμίζουν κινηματογραφικές σκηνές. Κεντρικός θεματικός άξονας ο θάνατος μέσα από τα μάτια ενός 47χρονου που, όπως αναφέρει και ο ίδιος, έχει υιοθετήσει μια εντελώς διαφορετική οπτική απ' όταν ήταν νεότερος.
     Η δε μουσική επένδυση είναι εξίσου περίτεχνη με τη στιχουργική. Η ζεστή κιθάρα του Kozelek επιδίδεται σε υπέροχα αρπίσματα και συγχορδίες με έξυπνες αναστροφές. Μπορεί αρχικά να φαντάζει μονότονη, όμως στην πορεία αναδεικνύεται η σοφή διακριτικότητα με την οποία συνοδεύει τις αφηγήσεις, που ξεκάθαρα βρίσκονται στο επίκεντρο. Οι τόνοι χαμηλοί πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ενώ για το τέλος μάς επιφυλάσσεται η μεγαλύτερη έκπληξη. Το "Ben's My Friend", κομμάτι που γράφτηκε για τον Benjamin Gibbard των Death Cab For Cutie και κλείνει το δίσκο, αποτελεί ένα μικρό αριστούργημα, σαν ένα θεσπέσιο επιδόρπιο μετά από ένα χορταστικό γεύμα.
     Αν και βαρύς από κάθε άποψη δίσκος, το "Benji" είναι πράγματι πάρα πολύ καλό. Μόνο για τους υπομονετικούς και αφοσιωμνένους φίλους της folk...

Βαθμολογία: 
8½

Κομμάτια που ξεχωρίζουν:
Carissa , I Can't Live Without My Mother's Love , I Watched The Film The Song Remains The Same , Ben's My Friend